Για να δώσω ένα ανώτατο πρότυπο στον αγωνιζόμενο άνθρωπο, για να δείξω πως δεν πρέπει να φοβάται τον πόνο, τον πειρασμό και το θάνατο, γιατί όλα αυτά μπορεί να νικηθούν, νικήθηκαν κιόλα, γράφτηκε το βιβλίο ετούτο.
Ο Χριστός πόνεσε, κι από τότε ο πόνος άγιασε, πολέμησε, ως την τελευταία στιγμή, ο Πειρασμός να τον πλανέψει, κι ο Πειρασμός νικήθηκε, σταυρώθηκε ο Χριστός, κι από τότε νικήθηκε ο θάνατος.
Κάθε εμπόδιο στην πορεία του γίνουνταν αφορμή κι ορόσημο νίκης, έχουμε πια ένα πρότυπο μπροστά μας, που μας ανοίγει το δρόμο και μας δίνει κουράγιο.
Το βιβλίο τούτο δεν είναι βιογραφία, είναι εξομολόγηση του αγωνιζόμενου ανθρώπου. Δημοσιεύοντάς το έκαμα το χρέος μου, το χρέος ενός ανθρώπου που πολύ αγωνίστηκε, πολύ πικράθηκε στη ζωή του και πολύ έλπισε.
Είμαι βέβαιος πως κάθε λεύτερος άνθρωπος που θα διαβάσει το βιβλίο ετούτο, το γεμάτο αγάπη, θ’ αγαπήσει περισσότερο παρά ποτέ, καλύτερα παρά ποτέ, το Χριστό.
«Η δράση τού μυθιστορήματος εκτυλίσσεται στα 1889 στην Κρήτη, όπου οι υπόδουλοι Έλληνες επιχειρούν με έναν καινούργιο ξεσηκωμό να λευτερωθούν από τον τουρκικό ζυγό. Ο Καζαντζάκης απεικονίζει το δράμα που συνεπαίρνει έναν ολόκληρο λαό, δίνοντας σε κάθε φάση του ένα αδρό ανάγλυφο και μιαν ένταση που καθιστούν αξέχαστα όλα τα επιμέρους επεισόδια, στο μεγαλύτερο μέρος τους τραγικά, παρ’ όλο που ο συγγραφέας συχνά εισάγει με τέχνη μια χιουμοριστική νότα. »Στην πόλη τού Ηρακλείου, στο "Μεγάλο Κάστρο", και στα περίχωρά του, ο Καζαντζάκης παρασταίνει ολοζώντανα τους πάντες και τα πάντα, όμως, ένας μονάχα από τους πρωταγωνιστές κυριαρχεί στη δράση: ο Καπετάν Μιχάλης. Είναι γιος τού Καπετάν Σήφακα, ενός θαλερού εκατοχρονίτη που, κατά τη μακρά ζωή του, έχει δει την Κρήτη να ξεσηκώνεται εφτά φορές, να λούζεται ξανά και ξανά στο αίμα και να ξαναπέφτει στην οθωμανική κυριαρχία. Ενώ ο γέροντας βάζει να τον μάθουν το αλφάβητο για να μπορέσει να γράψει τις μοιραίες και προφητικές λέξεις: "ελευτερία ή θάνατος", ο Καπετάν Μιχάλης, τον οποίον όλοι αγαπούν και φοβούνται, τίθεται επικεφαλής τής εξέγερσης. Όμως, ένα ακαταμάχητο πάθος, για το οποίο ο ίδιος νιώθει ντροπή, τον σπρώχνει να εγκαταλείψει για λίγο τη θέση του στον αγώνα. Ξεπληρώνει κατόπιν αυτή την ενοχή μαχαιρώνοντας την επίμαχη γυναίκα και θυσιάζοντας τη ζωή του για τη δόξα της αθάνατης Κρήτης. »Ωστόσο, κανένα από τα πρόσωπα του βιβλίου δεν είναι τόσο ισχυρά και σταθερά παρόν στην αφήγηση, όσο η Κρήτη, το άγριο νησί, για το οποίο κανείς δεν ξέρει αν αγαπά ή απεχθάνεται τα ίδια τα παιδιά του και το οποίο θα νικήσει την "Τουρκιά" με τον πόνο του. Παρά τα πολυάριθμα επεισόδια βίας και ωμότητας, το μυθιστόρημα διέπεται ολόκληρο από μιαν ατμόσφαιρα εξαίσιας ποίησης και θρύλου.» (Από την ιταλική έκδοση Nikos Kazantzakis, "Capitan Michele", Aldo Martello Editore, Milano 1959.) Όταν άρχισα τώρα στα γεράματα να γράφω τον "Καπετάν Μιχάλη", ο κρυφός μου σκοπός ήταν τούτος: να σώσω, ντύνοντας το με λέξεις, τοόραμα του κόσμου όπως τον δημιούργησαν τα παιδικά μου μάτια. Κι όταν λεω τ' όραμα του κόσμου, θέλω να πω το όραμα της Κρήτης. Δεν ξέρω τι γίνουνταν, την εποχή εκείνη στα άλλα παιδιά της λευτερωμένης Ελλάδας, μα τα παιδιά της Κρήτης ανάπνεαν έναν αέρα τραγικό στα ηρωικά και μαρτυρικά χρόνια του Καπετάν Μιχάλη, όταν οι Τούρκοι πατούσαν ακόμα τα χώματα μας και συνάμα άρχιζαν ν' ακούγονται να ζυγώνουν τα αιματωμένα φτερά της Ελευτερίας. Στην κρίσιμη αυτή μεταβατική στιγμή, τη γεμάτη πυρετό κι ελπίδες, τα παιδιά της Κρήτης γίνουνταν γρήγορα άντρες. Οι ανύπνωτες έγνοιες των μεγάλων γύρα τους για την πατρίδα, για τη λευτεριά, για το Θεό που προστατεύει τους χριστιανούς, για το Θεό που σηκώνει το σπαθί του να διώξει τους Τούρκους, κατασκέπαζαν τις συνηθισμένες χαρές και στεναχώριες του παιδιού. Από πολύ νωρίς, ζώντας την έτοιμη κάθε στιγμή να ξεσπάσει σύγκρουση, είχαμε ψυχανεμιστεί πως στον κόσμο τούτον δυο μεγάλες δυνάμες παλεύουν: ο Χριστιανός κι ο Τούρκος, το Καλό και το Κακό, η Ελευτερία κι η Τυραννία και πως η ζωή δεν είναι παιχνίδι, είναι αγώνας. Κι ακόμα τούτο: πως θα έρθει μέρα που θα Πρέπει να μπούμε κι εμείς στον αγώνα. Το 'χαμε πάρει απόφαση από πολύ μικροί πως ήταν γραφτό μας, αφού γεννηθήκαμε Κρητικοί, το Πρέπει αυτό να κυβερνάει τη ζωή μας." (από τον πρόλογο του συγγραφέα)